Κυριακή πρωί και δεν μπορώ ν’ ανοίξω τα μάτια μου. Καιρό είχα να κοιμηθώ έτσι. Όλη νύχτα έκανα βόλτα στ΄ όνειρο με μια κόκκινη ομπρέλα! Δεν έβρεχε, όμως εγώ την κρατούσα ανοιχτή και σαν αιώνιος ταξιδευτής διέσχιζα τους δρόμους της πόλης. Φορούσα ένα φόρεμα από μπλε βελούδο και με συντρόφευε σε όλο μου το ταξίδι ένας μεγάλος μαύρος γάτος με γυαλιστερό τρίχωμα. Τον έλεγαν... Maximus. Λένε ότι οι μαύροι γάτοι φέρνουν γρουσουζιά, όμως δεν είναι αλήθεια, εμένα τύχη μου έφερνε και ήταν η πυξίδα μου στο λαβύρινθο της άγνωστης πόλης. Ήταν χειμώνας και έκανε πολύ κρύο, όμως άκουσα ένα γλυκό κελάιδισμα και ξαφνιάστηκα. Δεν πρόλαβα να γυρίσω το κεφάλι μου και να σου ένας πολύχρωμος τσαλαπετεινός να περνάει με φόρα πάνω από το κεφάλι μου και κάνοντας μία μεγάλη στροφή, ήρθε και κάθισε στον αριστερό μου ώμο. Η παράξενη παρέα μεγάλωσε… και οι τρεις μας συνεχίσαμε να περπατάμε στα έρημα στενά ώσπου βλέπουμε να έρχονται από μακριά ένας πεταλάκης και ένας τρεχαλάκης!! Όταν έφτασαν κοντά και συναντήθηκαν τα βλέμματά μας χαμογέλασαν και οι δύο και συνέχισαν στην αντίθετη κατεύθυνση. Γύρισα να τους δω και είχαν εξαφανιστεί. Για μια στιγμή φοβήθηκα, όμως ήταν όνειρο και τα όνειρα δεν έχουν λογική. Αυτό σκεπτόμουν όσο το ζούσα, δηλαδή μπορούσα συνειδητά να συμμετέχω σ’ αυτό!!
Τις σκέψεις μου διέκοψε χαρούμενη μουσική που ερχόταν από μακριά. Προχώρησα βιαστικά σε ένα στενό δρομάκι, μαγεμένη από τους ήχους που έφταναν στ΄ αυτιά μου μαζί με τη περίεργη παρέα μου. Όσο προχωρούσα ο ήχος γινόταν όλο και πιο δυνατός όλο και πιο γλυκός.. η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά και τα μάτια μου δάκρυζαν από συγκίνηση. Η ομορφότερη μουσική που είχα ακούσει ποτέ, σχεδόν εξωπραγματική. Όσο πλησίαζα τόσο δυνάμωνε ώσπου σταματάω μπροστά σε ένα παλιό καλοδιατηρημένο σπίτι . Μία μεγάλη ελιά κάλυπτε τη μισή πρόσοψη του σπιτιού. Κάτι είχε χαραγμένο πάνω στο χοντρό κορμό της. Έκλεισα την ομπρέλα μου και πλησίασα. Έγραφε Olivetreegirl… παράξενο σκέφτηκα. Ο γάτος είχε φύγει από κοντά μου, πήγε και κάθισε στα σκαλιά του σπιτιού που φαινόταν να το ήξερε καλά. Έφυγε και ο τσαλαπετεινός από τον ώμο μου και γαντζώθηκε στην παλιά πινακίδα που κρεμόταν πάνω από την πόρτα. Η πινακίδα έγραφε «Carpe Diem»… έκλεισα τα μάτια να ακούσω τη μαγική μουσική… όταν τα άνοιξα η πινακίδα έγραφε «Liquid days»… έκανα το ίδιο, η πινακίδα τώρα έγραφε «art & culture»…
Τέχνη, κουλτούρα, λαμπερές ημέρες… άδραξε τη μέρα …. και αυτή η μαγική μουσική… νομίζω είμαι στον παράδεισο. Διακόπτονται οι σκέψεις μου όταν ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και βγαίνει από μέσα ένας άντρας με πολύ γλυκό πρόσωπο σαν μικρού παιδιού, αν και ήταν στην ηλικία του πατέρα μου. Και μου λέει: Σε περιμέναμε… εγώ είμαι ο Poet ο ποιητής έλα μέσα να γνωρίσεις και τους υπόλοιπους. Έτσι γνώρισα τον Κωνσταντίνο, την Πανδώρα, τη Maya, την Αίγλη, το Νίκο, την Dorothy, τον Trempe, το Λάκη, τον George, την Αδαμαντία, την Roadartist και τόσους άλλους που αν τους γράψω όλους θα θέλω μία μέρα να φτιάχνω τα link:)
Όταν ξύπνησα και πήγα στον καθρέπτη είδα τον εαυτό μου και είπα: Ω! your painted smile!!! Eίχα αυτή την όμορφη αίσθηση ότι όλα θα πάνε καλά!
Δημιουργικό παιχνίδι αυτό, με έκανε να προσπαθήσω να σκαρώσω ιστορία. Έκανα ότι μπόρεσα και το χάρηκα. Να ευχαριστήσω τη Dorothy που με συμπεριέλαβε στην ιστορία της και με προέτρεψε να συμμετάσχω. Φυσικά μπορεί να γράψει όποιος θέλει τη δική του ιστορία, με ήρωες 10 bloggers... εμένα μου βγήκαν λίγοι παραπάνω...
Αφιερωμένο στην πρωταγωνίστρια της ιστορίας... την Carpe Diem!
photo by Manfred Kraft